συλλογισμός
Προφορά
Ετυμολογία
συλλογισμός αρχαία ελληνική συλλογισμός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο συλλογισμός
✦ εξαγωγή συμπεράσματος από δύο ή περισσότερες κρίσεις σύμφωνα με τη λογική τους σχέση
✦ επίμονη σκέψη, συλλογή
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–