συζυγία
Προφορά
Ετυμολογία
συζυγία αρχαία ελληνική συζυγία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η συζυγία
✦ σύζευξη
✦ συζυγικός δεσμός
✦ (γραμμ.) ομάδα ρημάτων με ορισμένο σύστημα κλίσεως
✦ (αστρον.) φαινομενική συνάντηση δύο ή περισσότερων πλανητών στο ίδιο τμήμα του ουρανού
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–