συγχωρητήριος


συγχωρητήριος
Προφορά

Ετυμολογία
συγχωρητήριος συγχωρώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ συγχωρητήριος -α, -ο

✦ που ανήκει ή αναφέρεται στη συγχώρηση, με τον οποίο παρέχεται συγχώρηση
✦ ουδ. το συγχωρητήριο ως ουσ., το συγχωροχάρτι (βλ. λ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.