στρατολογώ


στρατολογώ
Προφορά

Ετυμολογία
στρατολογώ μεταγενέστερη ελληνική στρατολογέω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα στρατολογώ -είς, -εί

✦ συναθροίζω στρατεύσιμους
(μτφ. ) συγκεντρώνω, προσελκύω οπαδούς, βοηθούς, συνεργάτες κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.