στραβο-


στραβο-
Προφορά

Ετυμολογία
στραβο- στραβός

Ερμηνεία
στραβο-

✦ πρώτο συνθετικό πολλών λέξεων που δίνει στο δεύτερο συνθετικό τη σημασία του λοξού, του στρεβλού (στραβοκάνης), του λαθεμένου (στραβοτιμονιά), ή του έχοντος προβλήματα στην όραση (στραβόγερος)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.