στιλίστας
Προφορά
Ετυμολογία
στιλίστας └γαλλ┘ styliste
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο στιλίστας
✦ συγγραφέας που διακρίνεται για το περίτεχνο ύφος του
✦ αυτός που σχεδιάζει ενδύματα, σχεδιαστής μόδας
✦ αυτός που ασχολείται με την επιλογή των ενδυμάτων για τα πρόσωπα δημοσίου θεάματος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–