σταυροθόλωτος


σταυροθόλωτος
Προφορά

Ετυμολογία
σταυροθόλωτος σταυρόθολος

Ερμηνεία
επίθετο┘ σταυροθόλωτος -η, -ο

✦ σταυρεπίστεγος: κι η σταυροθόλωτη εκκλησιά από το Βυζάντιο (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.