σταθεροποιώ


σταθεροποιώ
Προφορά

Ετυμολογία
σταθεροποιώ μεταγενέστερη ελληνική σταθεροποιῶ

Ερμηνεία
ρήμα σταθεροποιώ -είς, -εί

✦ κάνω κάτι σταθερό, αμετάβλητο, μονιμοποιώ
✦ (οικον.) επιτυγχάνω σταθεροποίηση (βλ. λ.)

Συνώνυμα
στερεώνω
Αντίθετα
αποσταθεροποιώ
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.