σταδιοδρομώ
Προφορά
Ετυμολογία
σταδιοδρομώ αρχαία ελληνική σταδιοδρομῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ σταδιοδρομώ -είς, -εί
✦ αγωνίζομαι για την προαγωγή μου σε επαγγελματικό, επιστημονικό ή άλλον τομέα
✦ ευδοκιμώ στην προσπάθεια αυτή: δεν κατόρθωσε να σταδιοδρομήσει
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–