σταδιοδρομία


σταδιοδρομία
Προφορά

Ετυμολογία
σταδιοδρομία σταδιοδρομώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η σταδιοδρομία

✦ η συνεχής προσπάθεια προσώπου για άνοδο σε επαγγελματικό, επιστημονικό ή άλλον τομέα: λαμπρή πολιτική σταδιοδρομία
✦ η ευδοκίμηση στην προσπάθεια αυτή

Συνώνυμα
καριέρα
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.