σταδιακός


σταδιακός
Προφορά

Ετυμολογία
σταδιακός στάδιο

Ερμηνεία
επίθετο┘ σταδιακός -ή, -ό

✦ που γίνεται κατά στάδια, βαθμιαίος: σταδιακή αύξηση των μισθών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
σταδιακά (Κ σταδιακώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.