σταγονόμετρο


σταγονόμετρο
Προφορά

Ετυμολογία
σταγονόμετρο σταγών + μέτρον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σταγονόμετρο

✦ όργανο για την άντληση μικρής ποσότητας υγρού (φαρμάκου, χημικής ουσίας κτλ.) και τη ρίψη του κατά σταγόνες
✦ φρ. με το σταγονόμετρο, με υπερβολική φειδώ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.