σταβάρι


σταβάρι
Προφορά

Ετυμολογία
σταβάρι μεσαιωνική ελληνική σταβάριον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σταβάρι

✦ ο ρυμός του αρότρου, το μακρύ ξύλο που συνδέει το ζυγό με το υνί: βλέπεις τη χερολάβα, το σταβάρι και το ποδάρι του αλετριού; (Π. Πρεβελάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.