στάδιο


στάδιο
Προφορά

Ετυμολογία
στάδιο αρχαία ελληνική στάδιον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το στάδιο

✦ αρχαία ελληνική μονάδα μήκους ίση με 100 οργιές και 6 πλέθρα, περίπου σημερινά 180 μέτρα
✦ αρχαία ελληνική αγώνισμα δρόμου
✦ χώρος ειδικά διαρυθμισμένος για την τέλεση αθλητικών αγώνων
(μτφ. ) χρονική περίοδος κατά την εξέλιξη ενός φαινομένου ή μιας ενέργειας: κρίσιμο στάδιο της νόσου – μεταβατικό στάδιο διαπραγματεύσεων
(μτφ. ) βιοτικό επάγγελμα, η δράση προσώπου σε ορισμένο πεδίο και η χρονική διάρκεια της δράσης αυτής
✦ φρ. κατά στάδια, κατά χρονικά διαστήματα, βαθμιαία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.