σπρίντερ


σπρίντερ
Προφορά

Ετυμολογία
σπρίντερ └αγγλ┘sprinter

Ερμηνεία
σπρίντερ

✦ άκλ. ουσ. (αθλητ.) αθλητής δρόμου ταχύτητας μικρών αποστάσεων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.