σπουδάστρια


σπουδάστρια
Προφορά

Ετυμολογία
σπουδάστρια μεταγενέστερη ελληνική σπουδαστής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο σπουδάστρια

✦ θηλ. σπουδάστρια πρόσωπο που φοιτά σε ανώτερη σχολή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.