σποροπαραγωγή
Προφορά
Ετυμολογία
σποροπαραγωγή σπόρος + παραγωγή
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η σποροπαραγωγή
✦ η συστηματική και επιστημονική παραγωγή σπόρων που αποσκοπεί στη βελτίωση της απόδοσης των καλλιεργειών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–