σποριόφυλλο


σποριόφυλλο
Προφορά

Ετυμολογία
σποριόφυλλο └αγγλ┘sporophyll

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σποριόφυλλο

✦ (βοταν.) φύλλο από το οποίο διαμορφώνονται τα σποριάγγεια ορισμένων φυτών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.