σπλάχνο
Προφορά
Ετυμολογία
σπλάχνο αρχαία ελληνική σπλάγχνον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το σπλάχνο
✦ γενική ονομασία των οργάνων που βρίσκονται στην κοιλότητα του κορμού του ανθρώπου και των ζώων
✦ (μτφ. ) το παιδί σε σχέση με τη μητέρα
✦ τα σπλάχνα, τα σωθικά, ο συναισθηματικός κόσμος
✦ τα σπλάχνα της γης, τα έγκατα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–