σπαθοκοπώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σπαθοκοπώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σπαθοκοπώ.mp3Ετυμολογίασπαθοκοπώ μεσαιωνική ελληνική σπαθοκοπῶ Ερμηνεία└ρήμα┘ σπαθοκοπώ -είς, -εί ✦ χτυπώ με το σπαθί, σπαθίζω: οι μπαϊραχτάρηδες σπαθοκοπούσαν οι ίδιοι τους δικούς τους (Π. Πρεβελάκης) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–