σούπερ σταρ


σούπερ σταρ
Προφορά

Ετυμολογία
σούπερ σταρ └αγγλ┘super star

Ερμηνεία
σούπερ σταρ

✦ άκλ. εξαιρετικά φημισμένος καλλιτέχνης (ηθοποιός, τραγουδιστής κτλ.)
✦ η λ. και για αθλητές δημοφιλών αθλημάτων: οι σούπερ σταρ του ποδοσφαίρου – ο σούπερ σταρ του ελληνικού μπάσκετ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.