σοφός


σοφός
Προφορά

Ετυμολογία
σοφός αρχαία ελληνική σοφός

Ερμηνεία
επίθετο┘ σοφός -ή, -ό

✦ πολυμαθής, κάτοχος πολλών γνώσεων
✦ συνετός, μυαλωμένος, που έχει σωστή κρίση
✦ (για πράγμ.) εύστοχος, έξυπνος: σοφή τακτική

Συνώνυμα

Αντίθετα
άσοφος, απαίδευτος, αμαθής ,άμυαλος, αστόχαστος ,άστοχος, ανεπιτυχής, απρόσφορος
Επιρρήματα
σοφά (Κ σοφώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.