σουμπρέτα


σουμπρέτα
Προφορά

Ετυμολογία
σουμπρέτα └γαλλ┘ soubrette

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η σουμπρέτα

✦ ρόλος υπηρέτριας ή ακολούθου σε οπερέτα και η ηθοποιός που υποδύεται τέτοιους ρόλους
✦ (συνεκδ.) γυναίκα πεταχτή, έξυπνο θηλυκό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.