σολίστας


σολίστας
Προφορά

Ετυμολογία
σολίστας └γαλλ┘ soliste

Ερμηνεία
σολίστας

✦ (μουσ.) μονωδός
✦ που εκτελεί μουσικό κομμάτι μόνος του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.