σνιφάρω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σνιφάρωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σνιφάρω.mp3Ετυμολογίασνιφάρω └αγγλ┘sniff Ερμηνεία└ρήμα┘ σνιφάρω ✦ εισπνέω από τη μύτη κοκαΐνη: δώδεκα από τους… νεαρούς ηθοποιούς σνιφάρουν, καπνίζουν ή χτυπάνε ενέσεις ηρωίνης (Ελευθεροτυπία) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–