σνίτσελ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σνίτσελΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σνίτσελ.mp3Ετυμολογίασνίτσελ └γερμ┘ Schnitzel Ερμηνείαουσιαστικό└άκλιτο┘ το σνίτσελ ✦ λεπτές φέτες κρέατος, που τηγανίζονται αφού τις βουτήξουμε σε χτυπημένο αβγό και τις πασπαλίσουμε με τριμμένη φρυγανιά Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–