σμίξη


σμίξη
Προφορά

Ετυμολογία
σμίξη σμίγω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η σμίξη

✦ ανακάτεμα, ανάμειξη
✦ ερωτική συνεύρεση
✦ γάμος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.