σμίγω


σμίγω
Προφορά

Ετυμολογία
σμίγω μεσαιωνική ελληνική σμίγω

Ερμηνεία
ρήμα σμίγω

✦ ανακατεύω
✦ συναντώ ή συναντιέμαι: με τον πολέμιο σμίξαμε στον κάμπο της Κορίνθου (Κ. Παλαμάς)
✦ ενώνομαι, ανταμώνω
✦ φρ. βουνό με βουνό δε σμίγει, όταν συναντώνται πρόσωπα, ενώ δεν φαινόταν πιθανό κάτι τέτοιο
✦ παντρεύω
✦ συνευρίσκομαι ερωτικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.