σκόντο


σκόντο
Προφορά

Ετυμολογία
σκόντο └ιταλ┘sconto

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σκόντο

✦ έκπτωση στην τιμή εμπορεύματος
✦ φρ. κάνε σκόντο, (μτφ. ) μη λες υπερβολές, μην υπερβάλλεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.