σκοταδιστικός


σκοταδιστικός
Προφορά

Ετυμολογία
σκοταδιστικός σκοταδιστής

Ερμηνεία
επίθετο┘ σκοταδιστικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στον σκοταδισμό
✦ ο χαρακτηριστικός του σκοταδισμού

Συνώνυμα

Αντίθετα
διαφωτιστικός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.