σκολιός


σκολιός
Προφορά

Ετυμολογία
σκολιός αρχαία ελληνική σκολιός

Ερμηνεία
σκολιός

✦ -ά, -ό επίθ. (Κ -ά, -όν) στραβός: σκολιά οδός
(μτφ. ) άνθρωπος κακότροπος

Συνώνυμα

Αντίθετα
ευθύς, ίσιος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.