σκιόφως


σκιόφως
Προφορά

Ετυμολογία
σκιόφως μεταγενέστερη ελληνική σκιόφως

Ερμηνεία
σκιόφως

✦ μισόφωτο, θαμπό φως, ιδ. το μετά το λυκόφως
✦ αμυδρό φως που περνά από ημιδιαφανή σώματα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.