σκανδαλοποιός


σκανδαλοποιός
Προφορά

Ετυμολογία
σκανδαλοποιός μεσαιωνική ελληνική σκανδαλοποιός

Ερμηνεία
επίθετο┘ σκανδαλοποιός -ός, -ό

✦ που δημιουργεί, που προκαλεί σκάνδαλα: εγώ είμαι ο πρώτος σκανδαλοποιός (Μάριος Πλωρίτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.