σιχαμός


σιχαμός
Προφορά

Ετυμολογία
σιχαμός μεσαιωνική ελληνική σικχαμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο σιχαμός

✦ το συναίσθημα της αηδίας, σίχαμα
✦ σιχαμερό πράγμα, σίχαμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.