σιφόν Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σιφόνΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σιφόν.mp3Ετυμολογίασιφόν αρχαία ελληνική σίφων Ερμηνεία σιφόν ✦ (Κ σίφων, -ωνος) σωλήνας για μετάγγιση ✦ σιγμοειδής οχετός λεκάνης αποχωρητηρίου ✦ συσκευή που εκτοξεύει υπό πίεση αεριούχο υγρό Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–