σιτοπαραγωγός


σιτοπαραγωγός
Προφορά

Ετυμολογία
σιτοπαραγωγός σίτος + παράγω

Ερμηνεία
επίθετο┘ σιτοπαραγωγός -ός, -ό

✦ που παράγει σιτάρι, ο πρόσφορος για καλλιέργεια σιτηρών
✦ αρσ. ο σιτοπαραγωγός ως ουσ., ο παραγωγός σιτηρών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.