σιλό


σιλό
Προφορά

Ετυμολογία
σιλό └γαλλ┘ silo

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το σιλό

✦ αποθήκη σιτηρών με μηχανικές εγκαταστάσεις για τη γρήγορη φόρτωση ή εκφόρτωση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.