σικάτος


σικάτος
Προφορά

Ετυμολογία
σικάτος σικ + κατάλ. -άτος

Ερμηνεία
επίθετο┘ σικάτος -η, -ο

✦ κομψός: σικάτη κυρία – σικάτο φόρεμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.