σιδερώτρια Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σιδερώτριαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σιδερώτρια.mp3Ετυμολογίασιδερώτρια σιδερώνω Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο σιδερώτρια ✦ θηλ. σιδερώτρια κ. σιδερώτρα αυτός που έχει ως επάγγελμα το σιδέρωμα ρούχων Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–