σεμνός
Προφορά
Ετυμολογία
σεμνός αρχαία ελληνική σεμνός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ σεμνός -ή, -ό
✦ κόσμιος, σοβαρός, ευπρεπής: δείχνει όψιν σεμνήν ιερέως ή καλογήρου (Κ. Καβάφης)
✦ (συνεκδ.) ντροπαλός, συνεσταλμένος
✦ μετριόφρων
Συνώνυμα
αιδήμων, αισχυντηλός
Αντίθετα
άσεμνος, απρεπής ,αναιδής, αναίσχυντος, ασύστολος ,επηρμένος
Επιρρήματα
σεμνά (Κ σεμνώς)