σελωτός


σελωτός
Προφορά

Ετυμολογία
σελωτός σελώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ σελωτός -ή, -ό

✦ που έχει σέλα στη ράχη: το σελωτό σπαθάτο της Αραπιάς (Μ. Μαλακάσης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.