σεκοντάρω


σεκοντάρω
Προφορά

Ετυμολογία
σεκοντάρω └ιταλ┘secondare

Ερμηνεία
σεκοντάρω

✦ κ. σεγκοντάρω κ. σιγοντάρω ρ. κάνω σεκόντο, συνοδεύω ως δεύτερη φωνή
(μτφ. ) υποβοηθώ, υποστηρίζω κάποιον σε προσπάθειά του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.