σείστρο
Προφορά
Ετυμολογία
σείστρο μεταγενέστερη ελληνική σεῖστρον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το σείστρο
✦ μικρό μουσικό όργανο με κουδουνάκια που χρησιμοποιούσαν οι αρχαία ελληνική Αιγύπτιοι: με σάλπιγγες και τύμπανα και κύμβαλα και σείστρα (Λ. Πορφύρας)
✦ παιδικό παιχνίδι, η κουδουνίστρα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–