σατυρικός


σατυρικός
Προφορά

Ετυμολογία
σατυρικός αρχαία ελληνική σατυρικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ σατυρικός -ή, -ό

✦ ο του Σατύρου, που ταιριάζει σε Σάτυρο
✦ (λογοτ.) σατυρικό δράμα, είδος του αρχαίου δράματος, με χορό αποτελούμενο από Σατύρους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.