σαρκωμάτωση Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σαρκωμάτωσηΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σαρκωμάτωση.mp3Ετυμολογίασαρκωμάτωση σάρκωμα Ερμηνείαουσιαστικό└θηλυκό┘ η σαρκωμάτωση ✦ (ιατρ.) παθολογική κατάσταση κατά την οποία αναπτύσσονται από τον οργανισμό πολλά σαρκώματα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–