σαρακοφαγωμένος


σαρακοφαγωμένος
Προφορά

Ετυμολογία
σαρακοφαγωμένος σαράκι + φαγωμένος

Ερμηνεία
σαρακοφαγωμένος

✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. ο φαγωμένος, διαβρωμένος από σαράκι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.