σανγκρία
Προφορά
Ετυμολογία
σανγκρία ισπαν. sangria
Ερμηνεία
σανγκρία
✦ άκλ. ουσ. είδος ισπανικού ποτού από κόκκινο κρασί μέσα στο οποίο έχουν προστεθεί κομμάτια φρούτων ιδ. από εσπεριδοειδή, ζάχαρη και μπαχαρικά
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–