σακχαραιμία


σακχαραιμία
Προφορά

Ετυμολογία
σακχαραιμία σάκχαρον + αίμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η σακχαραιμία

(ιατρ.) η περιεκτικότητα του αίματος σε ζάχαρο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.