σακούλιασμα


σακούλιασμα
Προφορά

Ετυμολογία
σακούλιασμα σακουλιάζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σακούλιασμα

✦ τοποθέτηση σε σάκους ή σακούλες
✦ κακή εφαρμογή φορέματος στο σώμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.