σαβαγιάρ


σαβαγιάρ
Προφορά

Ετυμολογία
σαβαγιάρ └γαλλ┘ savoyard (= ο της Σαβοΐας)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το σαβαγιάρ

✦ είδος μπισκότων που χρησιμοποιούνται στη ζαχαροπλαστική ως βάση για την παρασκευή γλυκισμάτων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.